Η ιστορία του φωτεινού σηματοδότη
Σήμερα αποτελούν μέρος της καθημερινότητάς μας. Για την ακρίβεια, δεν θα μπορούσαμε να ζήσουμε και να φανταστούμε την κίνηση στους δρόμους χωρίς αυτά. Από που όμως ξεκίνησαν οι φωτεινοί σηματοδότες;
Εάν νομίζετε ότι οι σηματοδότες ανακαλύφθηκαν για να λύσουν το πρόβλημα της εξάπλωσης των αυτοκινήτων στις πόλεις, είσαστε γελασμένοι. Πολύ πριν οι αυτοκινούμενες άμαξες αρχίσουν να αφήνουν τις ροδιές τους στους χωματόδρομους των μεγάλων αστικών κέντρων, υπήρχαν αρκετές κλασικές άμαξες με άλογα, καθώς και πεζοί, που δημιουργούσαν κυκλοφοριακό πρόβλημα. Υπήρξε λοιπόν ένας μηχανικός των βρετανικών σιδηροδρόμων, ο John Peake Knight, ο οποίος σκέφτηκε τη δεκαετία του 1860 να αναπαράγει μία μέθοδο που χρησιμοποιούσαν τα τραίνα, για τον έλεγχο της κίνησης.
Οι σιδηρόδρομοι εκείνη την εποχή διέθεταν ένα σύστημα σηματοδοσίας με μικρούς βραχίονες που εκτείνονταν από ένα στύλο για να υποδείξουν εάν μπορεί μια αμαξοστοιχία να περάσει ή όχι. Η παραλλαγή του Knight, χρησιμοποιούσε τις υποδείξεις «stop» και «go» κατά τη διάρκεια της ημέρας, ενώ τη νύχτα διέθετε κόκκινα και πράσινα φώτα, που άναβαν μέσω μίας λυχνίας αερίου. Και, φυσικά, η λειτουργία τους δεν ήταν αυτόματη. Ένας αστυνομικός βρισκόταν ανά πάσα ώρα και στιγμή δίπλα τους, ώστε να τα χειρίζεται.
Ο πρώτος σηματοδότης τοποθετήθηκε το 1868, στο Λονδίνο, στη διασταύρωση των Bridge Street και Great George Street. Η λειτουργία του έδειχνε να αποδίδει, οπότε σιγά σιγά όλοι ετοιμάζονταν να ξεκινήσουν την παραγωγή και άλλων αντίστοιχων κατασκευών. Μέχρι που, ένα μήνα μετά, μία διαρροή αερίου προκάλεσε έκρηξη, τραυματίζοντας τον αστυνομικό που χειριζόταν το φανάρι. Οι αρχές θεώρησαν αυτό το μοντέλο ως επικίνδυνο για τη δημόσια ασφάλεια και το απέρριψαν. Ως ιδέα ένας φωτεινός σηματοδότης ήταν σωστός. Απλά οι συνθήκες δεν ήταν ακόμα ώριμες για την εξάπλωσή του.
Αυτό έγινε μερικές δεκαετίες αργότερα, στις αρχές του 20ού αιώνα, με ταυτόχρονες προσπάθειες από την Ευρώπη αλλά, κυρίως, τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αρκετές πατέντες είχαν κατατεθεί τότε, η κάθε μία με το δικό της τρόπο λειτουργίας. Εξελίξεις μάλιστα υπήρχαν και αρκετά αργότερα, με ιδέες όπως το marshalite, ένα περιστροφικό σήμα κυκλοφορίας που έδινε και το χρόνο που θα έπρεπε να περιμένει κανείς μεταξύ του πράσινου, του πορτοκαλί και του κόκκινου. Σημαντικός σταθμός, ωστόσο, σε αυτή τη διαδρομή, ήταν η εφεύρεση του Ernest Sirrine, όπου το 1910 εγκαινίασε ένα αυτοματοποιημένο σύστημα φαναριών στο Σικάγο. Αυτό διέθετε αντίστοιχα δύο πινακίδες, «proceed» και «stop», οι οποίες περιστρέφονταν γύρω από την κολώνα ώστε να ενημερώνουν τους οδηγούς.
Δύο χρόνια αργότερα, το 1912, ο Lester Farnsworth Wire, ένας αστυνομικός από το Salt Lake City, παρουσίασε τα πρώτα ηλεκτρικά σήματα κυκλοφορίας, με ένα πράσινο και ένα κόκκινο φως. Αυτά τοποθετούνταν ψηλά, στο κέντρο των διασταυρώσεων και έπαιρναν ρεύμα από τα καλώδια των τρόλεϊ. Και πάλι όμως, χρειαζόταν κάποιος αστυνομικός για να αλλάζει την προτεραιότητα. Το 1914, ο James Hoge εγκαθιστά στο Cleveland ένα πιο εξελιγμένο τύπο φαναριών, με δύο φωτιζόμενες εντολές «move» και «stop». Τα φανάρια αυτά τοποθετούνται πλέον στις άκρες των πεζοδρομίων και έχουν τη δυνατότητα χειροκίνητης ρύθμισης από αστυνομικούς και πυροσβέστες, σε περίπτωση ανάγκης.
Ένα τρίτο χρώμα, το κίτρινο, έκανε την εμφάνισή του το 1920, από έναν ακόμη αστυνομικό-εφευρέτη, τον William Potts. Εάν αντιλαμβάνεστε κάποιο μοτίβο εδώ, έχετε δίκιο. Η εξέλιξη των φαναριών οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε αυτούς που τα είχαν ανάγκη για να κάνουν τη δουλειά τους, στα όργανα της τάξης. Όσο όμως αναπτυσσόταν αυτή η νέα τεχνολογία, τόσο διαφαινόταν ότι δεν είναι δυνατό να απαιτεί ανθρώπους για τη λειτουργία της. Η ώρα του αυτοματισμού ήρθε το 1922 από την Crouse Hinds, μία εταιρία που κατασκεύαζε σήματα για σιδηροδρόμους. Η πόλη της Νέας Υόρκης ήταν από τις πρώτες που υιοθέτησε τα αυτοματοποιημένα φανάρια, αποδεσμεύοντας έτσι 5.500 (από τους 6.000) αστυνομικούς που μέχρι τότε εκτελούσαν χρέη χειριστή. Για εκείνη την εποχή, αυτό εξοικονόμησε στην πόλη το μεγάλο ποσό των 12,5 εκ. δολαρίων!
Σε όλον αυτό τον τεχνολογικό αναβρασμό των ΗΠΑ, η Ευρώπη έδειχνε να έχει μείνει πίσω, εν μέρει λόγω του πρώτου παγκοσμίου πολέμου. Τα πρώτα ηλεκτρικά φανάρια της γηραιάς ηπείρου τοποθετήθηκαν στην Potsdamer Platz του Βερολίνου, το 1924. Δέκα χρόνια μετά, πάλι στη Νέα Υόρκη, συναντάμε τους πρώτους σηματοδότες για πεζούς. Ένα «Walk/Don’t Walk» σήμα εμφανίστηκε, ενημερώνοντας τον κόσμο πότε είναι ασφαλές να διασχίζει το δρόμο.
Με την πάροδο των ετών οι φωτεινοί σηματοδότες πήραν τη σημερινή τους μορφή και ομογενοποιήθηκαν, σε παγκόσμιο επίπεδο. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι σταμάτησε η εξέλιξή τους. Μπορεί να μην αναμένουμε οπτικές αλλαγές στα σήματα που προβάλλουν, υπάρχει όμως ένας μεγάλος αναβρασμός ώστε από την εποχή της αυτοματοποίησης να περάσουμε σε αυτή της τεχνητής νοημοσύνης. Έξυπνα φανάρια που να μπορούν να αντιλαμβάνονται την κίνηση και να ρυθμίζουν αυτόματα τους χρόνους λειτουργίας τους. Να επικοινωνούν με τα αυτοκίνητα και να στέλνουν την πληροφορία ασύρματα σε αυτά για το πότε πρόκειται να ανάψει πράσινο ή κόκκινο. Και, βεβαίως, να συνεισφέρουν από την πλευρά τους στο νέο κεφάλαιο της αυτόνομης οδήγησης, μέσω τεχνολογιών V2X. Οι εξελίξεις αυτές δεν θα διευκολύνουν μόνο την κυκλοφορία αλλά θα περιορίσουν επίσης την κατανάλωση των οχημάτων και τις εκπομπές καυσαερίων.
ΠΗΓΗ :caranddriver.gr